↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πιατικό τα πιατικά
      γενική του πιατικού των πιατικών
    αιτιατική το πιατικό τα πιατικά
     κλητική πιατικό πιατικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πιατικό < πιάτο + -ικό

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pça.tiˈko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πια‐τι‐κό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πιατικό ουδέτερο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία