Δείτε επίσης: περικοκλάδα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η περιπλοκάδα οι περιπλοκάδες
      γενική της περιπλοκάδας των περιπλοκάδων
    αιτιατική την περιπλοκάδα τις περιπλοκάδες
     κλητική περιπλοκάδα περιπλοκάδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

περιπλοκάδα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική περιπλοκάδα < (περιπλέκω) περιοπλοκ- + -άδα (<-άς) < περι- + πλέκω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

περιπλοκάδα θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία