περιβαλλοντικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- περιβαλλοντικός < περιβάλλον
Επίθετο
επεξεργασίαπεριβαλλοντικός-ή -ό
- που ανήκει ή αναφέρεται στο φυσικό περιβάλλον
- περιβαλλοντική εκπαίδευση
- περιβαλλοντικές αλλαγές
Μεταφράσεις
επεξεργασία περιβαλλοντικός