Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρώρεια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
παρώρει
α
οι
παρώρει
ες
γενική
της
παρώρει
ας
των
παρωρει
ών
αιτιατική
την
παρώρει
α
τις
παρώρει
ες
κλητική
παρώρει
α
παρώρει
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρώρεια
<
ελληνιστική κοινή
παρώρεια
<
αρχαία ελληνική
παρά
+
ὄρος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παρώρεια
θηλυκό
(
λόγιο
)
μέρος
στην
πλαγιά
ενός
όρους
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
παρά
και
όρος
Δείτε επίσης
επεξεργασία
ακρώρεια
υπώρεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρώρεια