Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρασκευασμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παρασκευασμέν
ος
η
παρασκευασμέν
η
το
παρασκευασμέν
ο
γενική
του
παρασκευασμέν
ου
της
παρασκευασμέν
ης
του
παρασκευασμέν
ου
αιτιατική
τον
παρασκευασμέν
ο
την
παρασκευασμέν
η
το
παρασκευασμέν
ο
κλητική
παρασκευασμέν
ε
παρασκευασμέν
η
παρασκευασμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παρασκευασμέν
οι
οι
παρασκευασμέν
ες
τα
παρασκευασμέν
α
γενική
των
παρασκευασμέν
ων
των
παρασκευασμέν
ων
των
παρασκευασμέν
ων
αιτιατική
τους
παρασκευασμέν
ους
τις
παρασκευασμέν
ες
τα
παρασκευασμέν
α
κλητική
παρασκευασμέν
οι
παρασκευασμέν
ες
παρασκευασμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρασκευασμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
παρασκευάζω
Μετοχή
επεξεργασία
παρασκευασμένος
, -η, -ο
→
δείτε
τη
λέξη
παρασκευάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρασκευασμένος