Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παραλιακός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παραλιακ
ός
η
παραλιακ
ή
το
παραλιακ
ό
γενική
του
παραλιακ
ού
της
παραλιακ
ής
του
παραλιακ
ού
αιτιατική
τον
παραλιακ
ό
την
παραλιακ
ή
το
παραλιακ
ό
κλητική
παραλιακ
έ
παραλιακ
ή
παραλιακ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παραλιακ
οί
οι
παραλιακ
ές
τα
παραλιακ
ά
γενική
των
παραλιακ
ών
των
παραλιακ
ών
των
παραλιακ
ών
αιτιατική
τους
παραλιακ
ούς
τις
παραλιακ
ές
τα
παραλιακ
ά
κλητική
παραλιακ
οί
παραλιακ
ές
παραλιακ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
ένα
παραθαλάσσιο
εστιατόριο
Ετυμολογία
επεξεργασία
παραλιακός
<
παράλιος
+
-ακός
Επίθετο
επεξεργασία
παραλιακός, -η, -ο
ο
παράλιος
, ο
παραθαλάσσιος
Συγγενικά
επεξεργασία
παραλιακά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παραλιακός
γαλλικά
:
balnéaire
(fr)
,
maritime
(fr)