Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρακαλεσμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παρακαλεσμέν
ος
η
παρακαλεσμέν
η
το
παρακαλεσμέν
ο
γενική
του
παρακαλεσμέν
ου
της
παρακαλεσμέν
ης
του
παρακαλεσμέν
ου
αιτιατική
τον
παρακαλεσμέν
ο
την
παρακαλεσμέν
η
το
παρακαλεσμέν
ο
κλητική
παρακαλεσμέν
ε
παρακαλεσμέν
η
παρακαλεσμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παρακαλεσμέν
οι
οι
παρακαλεσμέν
ες
τα
παρακαλεσμέν
α
γενική
των
παρακαλεσμέν
ων
των
παρακαλεσμέν
ων
των
παρακαλεσμέν
ων
αιτιατική
τους
παρακαλεσμέν
ους
τις
παρακαλεσμέν
ες
τα
παρακαλεσμέν
α
κλητική
παρακαλεσμέν
οι
παρακαλεσμέν
ες
παρακαλεσμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρακαλεσμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
παρακαλώ
Μετοχή
επεξεργασία
παρακαλεσμένος
, -η, -ο
→
δείτε
τη
λέξη
παρακαλώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρακαλεσμένος