παραγγελιοδοχικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραγγελιοδοχικός < παραγγελιοδόχος + -ικός
Επίθετο επεξεργασία
παραγγελιοδοχικός
- που έχει σχέση με παραγγελιοδόχο ή αναφέρεται σʼ αυτόν
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραγγελιοδοχικός
|