• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

παλίμψηστο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παλίμψηστο τα παλίμψηστα
      γενική του παλίμψηστου των παλίμψηστων
    αιτιατική το παλίμψηστο τα παλίμψηστα
     κλητική παλίμψηστο παλίμψηστα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
παλίμψηστο < ελληνιστική κοινή παλίμψηστον, ουδέτερο του παλίμψηστος < (αρχαία ελληνική πάλιν) παλίμ- + ψάω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

παλίμψηστο ουδέτερο

  • περγαμηνή ή άλλο υλικό, που έχει αποξεστεί και σβηστεί, για να γραφεί κάποιο άλλο

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις πάλι και ψάω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    παλίμψηστο
  • γαλλικά : regratté (fr), palimpseste (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παλίμψηστο&oldid=6511157"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Νοεμβρίου 2023, στις 23:30

Γλώσσες

    • Português
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Νοεμβρίου 2023, στις 23:30.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας