παγοκύστη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pa.ɣoˈci.sti/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπαγοκύστη θηλυκό
- η ειδική παγοθήκη από ζελατίνα ή πλαστικό, μιας χρήσεως
- η ειδική παγοθήκη που για ιατρικούς λόγους τοποθετείται κάπου στο σώμα