↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πλαστικό τα πλαστικά
      γενική του πλαστικού των πλαστικών
    αιτιατική το πλαστικό τα πλαστικά
     κλητική πλαστικό πλαστικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πλαστικό ουδέτερο

  • οργανικό προϊόν, συνθετικό, ημισυνθετικό ή φυσικό εύπλαστο πολυμερές

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

πλαστικό