Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οργανώσιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
οργανώσιμ
ος
η
οργανώσιμ
η
το
οργανώσιμ
ο
γενική
του
οργανώσιμ
ου
της
οργανώσιμ
ης
του
οργανώσιμ
ου
αιτιατική
τον
οργανώσιμ
ο
την
οργανώσιμ
η
το
οργανώσιμ
ο
κλητική
οργανώσιμ
ε
οργανώσιμ
η
οργανώσιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
οργανώσιμ
οι
οι
οργανώσιμ
ες
τα
οργανώσιμ
α
γενική
των
οργανώσιμ
ων
των
οργανώσιμ
ων
των
οργανώσιμ
ων
αιτιατική
τους
οργανώσιμ
ους
τις
οργανώσιμ
ες
τα
οργανώσιμ
α
κλητική
οργανώσιμ
οι
οργανώσιμ
ες
οργανώσιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
οργανώσιμος
<
οργανώνω
+
-σιμος
Επίθετο
επεξεργασία
οργανώσιμος, -η, -ο
που είναι
δυνατόν
να
οργανωθεί
Αντώνυμα
επεξεργασία
ανοργάνωτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οργανώσιμος