↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ομιλικός η ομιλική το ομιλικό
      γενική του ομιλικού της ομιλικής του ομιλικού
    αιτιατική τον ομιλικό την ομιλική το ομιλικό
     κλητική ομιλικέ ομιλική ομιλικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ομιλικοί οι ομιλικές τα ομιλικά
      γενική των ομιλικών των ομιλικών των ομιλικών
    αιτιατική τους ομιλικούς τις ομιλικές τα ομιλικά
     κλητική ομιλικοί ομιλικές ομιλικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ομιλικός (νεολογισμός) < όμιλος + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

ομιλικός -ή, -ό

  • (γενικότερα) που έχει σχέση με όμιλο, ανήκει ή αναφέρεται σ’ αυτόν
  • (ειδικότερα, νεοελληνική ιστορία, εκπαίδευση - ουσιαστικοποιημένο, συνήθως αρσενικό) μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου, ιστορικού δημοτικιστικού σωματείου
    ※  Η «επαναστατική επιτροπή» Πλαστήρα - Γονατά που ανέλαβε μετά τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής επιχειρεί με επιμέρους παρεμβάσεις να επαναφέρει στα ζητήματα της διοίκησης και εποπτείας της δημοτικής εκπαίδευσης την προ του 1920 κατάσταση […] Στην εκπαιδευτική ιεραρχία επανέρχονται οι ομιλικοί δημοτικιστές: Γληνός, Δελμούζος, Τριανταφυλλίδης
    Κωνσταντίνος Γ. Γιαννόπουλος, Από το δάσκαλο στον επιθεωρητή: η περίπτωση του Β. Παπαγεωργίου (1914-1949), διδακτορική διατριβή (Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων - Σχολή Φιλοσοφική, 2009), σ. 255
    ※  Η «εδραία», η «ακλόνητη βάση» της γλωσσικής μορφής είναι για τους κορυφαίους «ομιλικούς» η «γραμματική της γλώσσας του λαού» ή αλλιώτικα το «τυπικό της λαϊκής γλώσσας». Πάνω σ’ αυτό το θεμέλιο θα εργαστεί κυρίως ο Τριανταφυλλίδης για να δώσει τον τύπο της «λαϊκής γραμματικής» στο σχολείο αναγορεύοντάς την σε «εθνική γραμματική»
    Μπάμπης Νούτσος, «H εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917: Ι. Η Δημοτική ως σχολική γλώσσα», εφημερίδα Η Αυγή (26 Φεβρουαρίου 2017· ένθετο «Παιδεία & Κοινωνία», αρ. 115)· διαθέσιμο στο Αvgi.gr, πρόσβαση: 2020-09-22.

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία