ογδοηκοστός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ογδοηκοστός < → λείπει η ετυμολογία
Αριθμητικό
επεξεργασία
ογδοηκοστός -ή -ό
- (τακτικό) που αντιστοιχεί στη θέση υπ' αριθμόν ογδόντα (80)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ογδοηκοστός
|