• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ξηρασία

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξηρασία οι ξηρασίες
      γενική της ξηρασίας των ξηρασιών
    αιτιατική την ξηρασία τις ξηρασίες
     κλητική ξηρασία ξηρασίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ξηρασία < → λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξηρασία θηλυκό

  • (μετεωρολογία) μεγάλη περίοδος με ανεπαρκείς (έως καθόλου) βροχές, αναβροχιά

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ξηρασία
  • αγγλικά : drought (en)
  • γαλλικά : sécheresse (fr)
  • ισπανικά : sequía (es)
  • ιταλικά : siccità (it)
  • καταλανικά : sequera (ca)
  • ουγγρικά : szárazság (hu)
  • πολωνικά : susza (pl)
  • πορτογαλικά : seca (pt)
  • τουρκικά : kuraklık (tr)
  • τσεχικά : sucho (cs)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ξηρασία&oldid=7123721"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:39

Γλώσσες

    • Dansk
    • English
    • 한국어
    • Malagasy
    • Polski
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:39.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας