Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεστρωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ξεστρωμέν
ος
η
ξεστρωμέν
η
το
ξεστρωμέν
ο
γενική
του
ξεστρωμέν
ου
της
ξεστρωμέν
ης
του
ξεστρωμέν
ου
αιτιατική
τον
ξεστρωμέν
ο
την
ξεστρωμέν
η
το
ξεστρωμέν
ο
κλητική
ξεστρωμέν
ε
ξεστρωμέν
η
ξεστρωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ξεστρωμέν
οι
οι
ξεστρωμέν
ες
τα
ξεστρωμέν
α
γενική
των
ξεστρωμέν
ων
των
ξεστρωμέν
ων
των
ξεστρωμέν
ων
αιτιατική
τους
ξεστρωμέν
ους
τις
ξεστρωμέν
ες
τα
ξεστρωμέν
α
κλητική
ξεστρωμέν
οι
ξεστρωμέν
ες
ξεστρωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξεστρωμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
ξεστρώνω
Μετοχή
επεξεργασία
ξεστρωμένος, -η, -ο
→
δείτε
τη λέξη
ξεστρώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεστρωμένος