Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξαποσταμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Αντώνυμα
1.1.2
Συγγενικά
1.1.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ξαποσταμέν
ος
η
ξαποσταμέν
η
το
ξαποσταμέν
ο
γενική
του
ξαποσταμέν
ου
της
ξαποσταμέν
ης
του
ξαποσταμέν
ου
αιτιατική
τον
ξαποσταμέν
ο
την
ξαποσταμέν
η
το
ξαποσταμέν
ο
κλητική
ξαποσταμέν
ε
ξαποσταμέν
η
ξαποσταμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ξαποσταμέν
οι
οι
ξαποσταμέν
ες
τα
ξαποσταμέν
α
γενική
των
ξαποσταμέν
ων
των
ξαποσταμέν
ων
των
ξαποσταμέν
ων
αιτιατική
τους
ξαποσταμέν
ους
τις
ξαποσταμέν
ες
τα
ξαποσταμέν
α
κλητική
ξαποσταμέν
οι
ξαποσταμέν
ες
ξαποσταμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ξαποσταμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
ξαποσταίνω
Αντώνυμα
επεξεργασία
αποσταμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
ξαποσταίνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξαποσταμένος