ντηνιακός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ντηνιακός < Ντήν(ος) (η Τήνος) + -ιακός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίαντηνιακός
- (παρωχημένο, ιδιωματικό) τηνιακός
- ※ 61 ντινιακοὶ Π ] ντηνιακοί χ
- Από τις διοθρώσεις του Αντώνιου Σιγάλα σε αβλεψίες δημοσιευμένου χειρογράφου του «Θρήνου της Σμύρνης» από τον Ι. Παπαγιαννόπουλο στα Μικρασιατικά Χρονικά (τόμ. Α΄, 1938)· Βλ. Α.Σ., «Έρευνα και κριτική. “Ο Θρήνος της Σμύρνης”.», Μακεδονικά 1 (1940), σ. 527. Εν προκειμένω, ο αριθμός δηλώνει το στίχο, η πρώτη λέξη το λάθος του Παπαγιαννόπουλου και η δεύτερη λέξη την ορθή γραφή σύμφωνα με το χειρόγραφο.
- ※ Τρία κεφάλια βάζει σκόρδα ντηνιακά. Μες στο γουδί τα κοπανά με γάλα συκιάς και σκιλλοκρέμμυδου, ένα μείγμα.
- Δημήτριος Λυπουρλής, Ήν ποτε. Τρείς ιστορίες αρχαίας ελληνικής καθημερινότητας (Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 1998, ISBN 978-960-12-0667-7), σ. 27. Στο Google books.gr· πρόσβαση: 2022-08-22.
Συγγενικά
επεξεργασία- Ντηνιακός (πατριδωνυμικό, επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία ντηνιακός
|