βλ.
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈvle.pe/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βλέ‐πε
Συντομομορφή
επεξεργασίαβλ. συντομογραφία
- (βιβλιογραφική παραπομπή) βλέπε (προστακτική του βλέπω). Συντομογραφία μέσα σε κείμενο ή σε λήμμα λεξικού που παραπέμπει στον όρο ή στον αριθμό σελίδας ή παραγράφου που ακολουθεί.
Δείτε επίσης
επεξεργασίακαι