νησσοτροφία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
νησσοτροφία θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- νησσοτροφείο
- νησσοτρόφος
- → δείτε τις λέξεις νήσσα και τρέφω
Μεταφράσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)