Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυελογραφία οι μυελογραφίες
      γενική της μυελογραφίας των μυελογραφιών
    αιτιατική τη μυελογραφία τις μυελογραφίες
     κλητική μυελογραφία μυελογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μυελογραφία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική myelography < αρχαία ελληνική μυελός + γράφω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μυελογραφία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία