Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μοριοδοτούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μοριοδοτούμεν
ος
η
μοριοδοτούμεν
η
το
μοριοδοτούμεν
ο
γενική
του
μοριοδοτούμεν
ου
της
μοριοδοτούμεν
ης
του
μοριοδοτούμεν
ου
αιτιατική
τον
μοριοδοτούμεν
ο
τη
μοριοδοτούμεν
η
το
μοριοδοτούμεν
ο
κλητική
μοριοδοτούμεν
ε
μοριοδοτούμεν
η
μοριοδοτούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μοριοδοτούμεν
οι
οι
μοριοδοτούμεν
ες
τα
μοριοδοτούμεν
α
γενική
των
μοριοδοτούμεν
ων
των
μοριοδοτούμεν
ων
των
μοριοδοτούμεν
ων
αιτιατική
τους
μοριοδοτούμεν
ους
τις
μοριοδοτούμεν
ες
τα
μοριοδοτούμεν
α
κλητική
μοριοδοτούμεν
οι
μοριοδοτούμεν
ες
μοριοδοτούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
μοριοδοτούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
μοριοδοτώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μοριοδοτούμενος