Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μοιρόγραφτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μοιρόγραφτ
ος
η
μοιρόγραφτ
η
το
μοιρόγραφτ
ο
γενική
του
μοιρόγραφτ
ου
της
μοιρόγραφτ
ης
του
μοιρόγραφτ
ου
αιτιατική
τον
μοιρόγραφτ
ο
τη
μοιρόγραφτ
η
το
μοιρόγραφτ
ο
κλητική
μοιρόγραφτ
ε
μοιρόγραφτ
η
μοιρόγραφτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μοιρόγραφτ
οι
οι
μοιρόγραφτ
ες
τα
μοιρόγραφτ
α
γενική
των
μοιρόγραφτ
ων
των
μοιρόγραφτ
ων
των
μοιρόγραφτ
ων
αιτιατική
τους
μοιρόγραφτ
ους
τις
μοιρόγραφτ
ες
τα
μοιρόγραφτ
α
κλητική
μοιρόγραφτ
οι
μοιρόγραφτ
ες
μοιρόγραφτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μοιρόγραφτος
<
μοίρα
+
-ο-
+
γραφτός
Επίθετο
επεξεργασία
μοιρόγραφτος
γραμμένος
από τη
μοίρα
Συνώνυμα
επεξεργασία
μοιραίος
πεπρωμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μοιρόγραφτος