μικροκοινωνιολογία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μικροκοινωνιολογία < μικρο- + κοινωνιολογία ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική microsociologie[1] ή (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική microsociology[1])
Ουσιαστικό επεξεργασία
μικροκοινωνιολογία θηλυκό
- (κοινωνιολογία) ο κλάδος της κοινωνιολογίας που μελετά μικρά κοινωνικά σύνολα (π.χ. σχολεία) ενταγμένα σε ευρύτερα
- ※ Πολλές έρευνες γίνονται σε επίπεδο μικροκοινωνιολογίας (σχολεία, φυλακές, νοσοκομεία κ.λπ.) (*)
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μικροκοινωνιολογία
- ↑ 1,0 1,1 μικροκοινωνιολογία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)