↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μητρομηχανική οι μητρομηχανικές
      γενική της μητρομηχανικής των μητρομηχανικών
    αιτιατική τη μητρομηχανική τις μητρομηχανικές
     κλητική μητρομηχανική μητρομηχανικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία el

επεξεργασία
μητρομηχανική < (μεταφραστικό δάνειο) γερμανική Matrizenmechanik

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μητρομηχανική θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία