Δείτε επίσης: μετεγγραμμένος
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεταγραμμένος η μεταγραμμένη το μεταγραμμένο
      γενική του μεταγραμμένου της μεταγραμμένης του μεταγραμμένου
    αιτιατική τον μεταγραμμένο τη μεταγραμμένη το μεταγραμμένο
     κλητική μεταγραμμένε μεταγραμμένη μεταγραμμένο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεταγραμμένοι οι μεταγραμμένες τα μεταγραμμένα
      γενική των μεταγραμμένων των μεταγραμμένων των μεταγραμμένων
    αιτιατική τους μεταγραμμένους τις μεταγραμμένες τα μεταγραμμένα
     κλητική μεταγραμμένοι μεταγραμμένες μεταγραμμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

μεταγραμμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις

επεξεργασία