Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λαπωνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
λαπωνικ
ός
η
λαπωνικ
ή
το
λαπωνικ
ό
γενική
του
λαπωνικ
ού
της
λαπωνικ
ής
του
λαπωνικ
ού
αιτιατική
τον
λαπωνικ
ό
τη
λαπωνικ
ή
το
λαπωνικ
ό
κλητική
λαπωνικ
έ
λαπωνικ
ή
λαπωνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
λαπωνικ
οί
οι
λαπωνικ
ές
τα
λαπωνικ
ά
γενική
των
λαπωνικ
ών
των
λαπωνικ
ών
των
λαπωνικ
ών
αιτιατική
τους
λαπωνικ
ούς
τις
λαπωνικ
ές
τα
λαπωνικ
ά
κλητική
λαπωνικ
οί
λαπωνικ
ές
λαπωνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
λαπωνικός
<
Λαπωνία
/
Λάπωνας
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
λαπωνικός, -ή, -ό
που έχει
σχέση
με τη
Λαπωνία
ή τους
Λάπωνες
ή αναφέρεται σ’ αυτά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λαπωνικός