• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

λήκυθος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η λήκυθος οι λήκυθοι
      γενική της ληκύθου των ληκύθων
    αιτιατική τη λήκυθο τις ληκύθους
     κλητική λήκυθε λήκυθοι
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
λήκυθος

Ετυμολογία

επεξεργασία
λήκυθος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική λήκυθος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

λήκυθος θηλυκό

  • (αρχαιολογία, κεραμική) δοχείο αρωματικού λαδιού, μυροδοχείο σε σχήμα φιάλης, με μια λαβή και με βαθύ στόμιο

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • λήκυθος στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    λήκυθος
  • αγγλικά : oil flask (en), oil bottle (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=λήκυθος&oldid=5487618"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 16:50

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • 한국어
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 16:50.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας