Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κυματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
κυματικ
ός
η
κυματικ
ή
το
κυματικ
ό
γενική
του
κυματικ
ού
της
κυματικ
ής
του
κυματικ
ού
αιτιατική
τον
κυματικ
ό
την
κυματικ
ή
το
κυματικ
ό
κλητική
κυματικ
έ
κυματικ
ή
κυματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
κυματικ
οί
οι
κυματικ
ές
τα
κυματικ
ά
γενική
των
κυματικ
ών
των
κυματικ
ών
των
κυματικ
ών
αιτιατική
τους
κυματικ
ούς
τις
κυματικ
ές
τα
κυματικ
ά
κλητική
κυματικ
οί
κυματικ
ές
κυματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
κυματικός
<
κύμα
(κύματος) +
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
κυματικός
σχετικά με το κύμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κυματικός
γαλλικά
:
ondulatoire
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό