Δείτε επίσης: Κοπρισιά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κοπρισιά οι κοπρισιές
      γενική της κοπρισιάς των κοπρισιών
    αιτιατική την κοπρισιά τις κοπρισιές
     κλητική κοπρισιά κοπρισιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κοπρισιά < (κοπρίζω) κοπρισ- + -ιά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ko.pɾiˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κο‐πρι‐σιά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοπρισιά θηλυκό

Παράγωγα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία