χωρίς άρθρο, συγκριτικός βαθμός
με το άρθρο, σχετικός υπερθετικός βαθμός
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κοντότερος η κοντότερη το κοντότερο
      γενική του κοντότερου της κοντότερης του κοντότερου
    αιτιατική τον κοντότερο την κοντότερη το κοντότερο
     κλητική κοντότερε κοντότερη κοντότερο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κοντότεροι οι κοντότερες τα κοντότερα
      γενική των κοντότερων των κοντότερων των κοντότερων
    αιτιατική τους κοντότερους τις κοντότερες τα κοντότερα
     κλητική κοντότεροι κοντότερες κοντότερα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κοντότερος < κοντός+ -ότερος

  Επίθετο

επεξεργασία

κοντότερος

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία