↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κομνήνειος η κομνήνεια το κομνήνειο
      γενική του κομνήνειου της κομνήνειας του κομνήνειου
    αιτιατική τον κομνήνειο την κομνήνεια το κομνήνειο
     κλητική κομνήνειε κομνήνεια κομνήνειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κομνήνειοι οι κομνήνειες τα κομνήνεια
      γενική των κομνήνειων των κομνήνειων των κομνήνειων
    αιτιατική τους κομνήνειους τις κομνήνειες τα κομνήνεια
     κλητική κομνήνειοι κομνήνειες κομνήνεια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κομνήνειος < Κομνηνός + -ειος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κομνήνειος, -α, -ο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία