Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κομματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
κομματικ
ός
η
κομματικ
ή
το
κομματικ
ό
γενική
του
κομματικ
ού
της
κομματικ
ής
του
κομματικ
ού
αιτιατική
τον
κομματικ
ό
την
κομματικ
ή
το
κομματικ
ό
κλητική
κομματικ
έ
κομματικ
ή
κομματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
κομματικ
οί
οι
κομματικ
ές
τα
κομματικ
ά
γενική
των
κομματικ
ών
των
κομματικ
ών
των
κομματικ
ών
αιτιατική
τους
κομματικ
ούς
τις
κομματικ
ές
τα
κομματικ
ά
κλητική
κομματικ
οί
κομματικ
ές
κομματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
κομματικός
<
κόμμα
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
κομματικός, -ή, ό
(
πολιτική
): σχετικός με ένα
πολιτικό
κόμμα
Αντώνυμα
επεξεργασία
αντικομματικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κομματικός
γαλλικά
: de
parti
(fr)