κλιματολογικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κλιματολογικός < κλιματολογ(ία) + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίακλιματολογικός -ή, -ό
- σχετικός με την κλιματολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία κλιματολογικός