κλαυθμύρισμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κλαυθμύρισμα < ελληνιστική κοινή κλαυθμύρισμα < κλαυθμῠρίζω, κλαυθμυρισ- + -μα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /klafθˈmi.ɾi.zma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κλαυθ‐μύ‐ρι‐σμα
Ουσιαστικό
επεξεργασίακλαυθμύρισμα ουδέτερο
- (λόγιο) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του κλαυθμυρίζω
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη κλαυθμυρίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία κλαυθμύρισμα
|
Πηγές
επεξεργασία- κλαυθμύρισμα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακλαυθμύρισμα ουδέτερο
Πηγές
επεξεργασία- κλαυθμύρισμα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.