↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ κείμενον τὰ κείμεν
      γενική τοῦ κειμένου τῶν κειμένων
      δοτική τῷ κειμέν τοῖς κειμένοις
    αιτιατική τὸ κείμενον τὰ κείμεν
     κλητική ! κείμενον κείμεν
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κειμένω
γεν-δοτ τοῖν  κειμένοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κείμενον < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου κείμενος < αρχαία ελληνική κείμενος, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος κεῖμαι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κείμενον ουδέτερο