Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ka.taˈpça.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: καταπιάνομαι

καταπιάνομαι, αόρ.: καταπιάστηκα (χωρίς παθητική φωνή)

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
καταπιάνομαι: μέση φωνή του ρήματος καταπιάνω < κατα- + πιάνω