• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

καταγοήτευση

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καταγοήτευση οι καταγοητεύσεις
      γενική της καταγοήτευσης
& καταγοητεύσεως
των καταγοητεύσεων
    αιτιατική την καταγοήτευση τις καταγοητεύσεις
     κλητική καταγοήτευση καταγοητεύσεις
όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

καταγοήτευση < καταγοητεύω + -ση

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

καταγοήτευση θηλυκό

  • (σπάνιο) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του καταγοητεύω

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • συναρπαγή

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    καταγοήτευση
  • αρχαία ελληνική : κήλησις, κηληθμός
  • αγγλικά : enchantment (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=καταγοήτευση&oldid=4864271"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Οκτωβρίου 2020, στις 09:29

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Οκτωβρίου 2020, στις 09:29.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie