πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η καρκινολόγος οι καρκινολόγοι
      γενική του/της καρκινολόγου των καρκινολόγων
    αιτιατική τον/την καρκινολόγο τους/τις καρκινολόγους
     κλητική καρκινολόγε καρκινολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

καρκινολόγος αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία