Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καουμπόικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
καουμπόικ
ος
η
καουμπόικ
η
το
καουμπόικ
ο
γενική
του
καουμπόικ
ου
της
καουμπόικ
ης
του
καουμπόικ
ου
αιτιατική
τον
καουμπόικ
ο
την
καουμπόικ
η
το
καουμπόικ
ο
κλητική
καουμπόικ
ε
καουμπόικ
η
καουμπόικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
καουμπόικ
οι
οι
καουμπόικ
ες
τα
καουμπόικ
α
γενική
των
καουμπόικ
ων
των
καουμπόικ
ων
των
καουμπόικ
ων
αιτιατική
τους
καουμπόικ
ους
τις
καουμπόικ
ες
τα
καουμπόικ
α
κλητική
καουμπόικ
οι
καουμπόικ
ες
καουμπόικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
καουμπόικος
<
καουμπόης
+
-ικος
<
γαλλική
cowboy
Επίθετο
επεξεργασία
καουμπόικος
που έχει
σχέση
με τον
καουμπόη
ή αναφέρεται σ’ αυτόν
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
καουμπόης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καουμπόικος