καλουπατζής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακαλουπατζής αρσενικό
- (επάγγελμα) τεχνίτης οικοδομής ο οποίος είναι ειδικευμένος στην κατασκευή καλουπωμάτων τοιχίων, κολονών και πλακών για ρίψη μπετού
- πρώτα θα μπουν οι καλουπατζήδες και μετά οι σιδεράδες
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη καλούπι