μπετό
![]() |
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Αν έχει γενική ενικού ή γενική πληθυντικού. ‑‑Sarri.greek ♫ | 01:13, 21 Δεκεμβρίου 2021 (UTC) |
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπετό | τα | μπετά |
γενική | του | μπετού | των | μπετών |
αιτιατική | το | μπετό | τα | μπετά |
κλητική | μπετό | μπετά | ||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
μπετό ουδέτερο
Επεξεργασία
- μπετά (πληθυντικός)
→ και δείτε τη λέξη μπετόν
Επεξεργασία
- ↑ «μπετό» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.