κακοφούντουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κακοφούντουλος < κακο- + φουντούλ(ης) + -ος
Επίθετο
επεξεργασίακακοφούντουλος
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη φουντούλης
Μεταφράσεις
επεξεργασία κακοφούντουλος
|
Πηγές
επεξεργασία- Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014