Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ισραηλινός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
Ισραηλινός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Επίθετο
1.1.1
Συγγενικά
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ισραηλιν
ός
η
ισραηλιν
ή
το
ισραηλιν
ό
γενική
του
ισραηλιν
ού
της
ισραηλιν
ής
του
ισραηλιν
ού
αιτιατική
τον
ισραηλιν
ό
την
ισραηλιν
ή
το
ισραηλιν
ό
κλητική
ισραηλιν
έ
ισραηλιν
ή
ισραηλιν
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ισραηλιν
οί
οι
ισραηλιν
ές
τα
ισραηλιν
ά
γενική
των
ισραηλιν
ών
των
ισραηλιν
ών
των
ισραηλιν
ών
αιτιατική
τους
ισραηλιν
ούς
τις
ισραηλιν
ές
τα
ισραηλιν
ά
κλητική
ισραηλιν
οί
ισραηλιν
ές
ισραηλιν
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
ισραηλινός -ή -ό
που αναφέρεται ή ανήκει στο
Ισραήλ
Συγγενικά
επεξεργασία
Ισραηλινός
,
Ισραηλινή
ισραηλίτικος
→
και
δείτε
τη λέξη
Ισραήλ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ισραηλινός
αγγλικά
:
Israeli
(en)
γαλλικά
:
israélien
(fr)
γερμανικά
:
israelisch
(de)