• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Ισραηλινός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ισραηλινός

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Κύριο όνομα
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ισραηλινός οι Ισραηλινοί
      γενική του Ισραηλινού των Ισραηλινών
    αιτιατική τον Ισραηλινό τους Ισραηλινούς
     κλητική Ισραηλινέ Ισραηλινοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Ισραηλινός < → λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομαΕπεξεργασία

Ισραηλινός αρσενικό (θηλυκό Ισραηλινή)

  • (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από το Ισραήλ ή έχει ισραηλινή υπηκοότητα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • Ισραήλ
  • Ισραηλίτης και Ισραηλίτισσα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    Ισραηλινός
  • αγγλικά : Israeli (en)
  • γαλλικά : Israélien (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Ισραηλινός&oldid=5478842"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 17:06
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 17:06.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie