Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θαλασσόδαρτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
θαλασσόδαρτ
ος
η
θαλασσόδαρτ
η
το
θαλασσόδαρτ
ο
γενική
του
θαλασσόδαρτ
ου
της
θαλασσόδαρτ
ης
του
θαλασσόδαρτ
ου
αιτιατική
τον
θαλασσόδαρτ
ο
τη
θαλασσόδαρτ
η
το
θαλασσόδαρτ
ο
κλητική
θαλασσόδαρτ
ε
θαλασσόδαρτ
η
θαλασσόδαρτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
θαλασσόδαρτ
οι
οι
θαλασσόδαρτ
ες
τα
θαλασσόδαρτ
α
γενική
των
θαλασσόδαρτ
ων
των
θαλασσόδαρτ
ων
των
θαλασσόδαρτ
ων
αιτιατική
τους
θαλασσόδαρτ
ους
τις
θαλασσόδαρτ
ες
τα
θαλασσόδαρτ
α
κλητική
θαλασσόδαρτ
οι
θαλασσόδαρτ
ες
θαλασσόδαρτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
θαλασσόδαρτος
<
θαλασσοδέρνω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
θαλασσόδαρτος, -η, -ο
που
δέρνεται
από τη
θάλασσα
, που τον χτυπά η
θάλασσα
τα
θαλασσόδαρτα
βράχια του νησιού
Άλλες μορφές
επεξεργασία
θαλασσοδαρμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θαλασσόδαρτος
→
δείτε
τη λέξη
θαλασσοδαρμένος