Δείτε επίσης: Ζαΐμης
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζαΐμης οι ζαΐμηδες
      γενική του ζαΐμη των ζαΐμηδων
    αιτιατική τον ζαΐμη τους ζαΐμηδες
     κλητική ζαΐμη ζαΐμηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ζαΐμης < (άμεσο δάνειο) τουρκική zaim + -ης[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /zaˈi.mis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζα‐ΐ‐μης

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ζαΐμης αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία