εφαρμόσιμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εφαρμόσιμος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαεφαρμόσιμος
- που μπορεί να εφαρμοστεί
- οι γενικοί κανόνες δεν είναι πάντα εφαρμόσιμοι σε κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις
Αντώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία εφαρμόσιμος