Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιμελούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επιμελούμεν
ος
η
επιμελούμεν
η
το
επιμελούμεν
ο
γενική
του
επιμελούμεν
ου
της
επιμελούμεν
ης
του
επιμελούμεν
ου
αιτιατική
τον
επιμελούμεν
ο
την
επιμελούμεν
η
το
επιμελούμεν
ο
κλητική
επιμελούμεν
ε
επιμελούμεν
η
επιμελούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επιμελούμεν
οι
οι
επιμελούμεν
ες
τα
επιμελούμεν
α
γενική
των
επιμελούμεν
ων
των
επιμελούμεν
ων
των
επιμελούμεν
ων
αιτιατική
τους
επιμελούμεν
ους
τις
επιμελούμεν
ες
τα
επιμελούμεν
α
κλητική
επιμελούμεν
οι
επιμελούμεν
ες
επιμελούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
επιμελούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
επιμελούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιμελούμενος