Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επίστεγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επίστεγ
ος
η
επίστεγ
η
το
επίστεγ
ο
γενική
του
επίστεγ
ου
της
επίστεγ
ης
του
επίστεγ
ου
αιτιατική
τον
επίστεγ
ο
την
επίστεγ
η
το
επίστεγ
ο
κλητική
επίστεγ
ε
επίστεγ
η
επίστεγ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επίστεγ
οι
οι
επίστεγ
ες
τα
επίστεγ
α
γενική
των
επίστεγ
ων
των
επίστεγ
ων
των
επίστεγ
ων
αιτιατική
τους
επίστεγ
ους
τις
επίστεγ
ες
τα
επίστεγ
α
κλητική
επίστεγ
οι
επίστεγ
ες
επίστεγ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
επίστεγος
<
επί
+
στέγη
+
-ος
Επίθετο
επεξεργασία
επίστεγος
-η -ο
που βρίσκεται στη
στέγη
που στην
κορυφή
του έχει
στέγη
≈
συνώνυμα
:
επιστεγασμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
επί
και
στέγη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επίστεγος